Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2021

Ο θείος Σάκης -στο diastixo.gr (19/12/2021)

 



Ο Θείος Σάκης

 

Είναι -πρέπει να είναι- κάποιες φωτογραφίες ανάμεσα σε άλλες που ξεπροβάλουν όλες τους μέσα από σιδερένια κουτιά, που κάποτε είχαν φιλοξενήσει γλυκά μπισκότα του παρελθόντος, μα τώρα φιλοξενούν ποικίλες μνήμες του τότε… Ναι, πρέπει να είναι αυτές οι φωτογραφίες αδιάψευστοι μάρτυρες μιας καταχωνιασμένης διάψευσης.

Ώρα των ενδοσκοπήσεων, λοιπόν. Ώρα μοναχική και ενίοτε οδυνηρή που λειτουργεί σαν τυφλή ανασκαφή στα έγκατα του ασυνείδητου.  Κι όσο πιο βαθιά προχωρά τόσο τα κτερίσματα που φέρνει στο φως αποκτούν λανθάνουσα υπόσταση και καταγράφονται σ’ εκείνο το κομμάτι του εγκεφάλου που σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής αποθηκεύει ως μη όφειλε και όσα θα έπρεπε να περάσουν οριστικά στη λήθη…

Ήταν ίσως η νοσταλγία που την είχε κάνει να ανοίξει εκείνο το ξεχασμένο σιδερένιο κουτί που έκρυβε μέσα του αποτυπωμένες στιγμές της παιδικής της ηλικίας.  Εκείνη την κουτσοδόντικη της πρώτης δημοτικού, τις άλλες των διαδοχικών αποκριάτικων μεταμορφώσεων κι άλλες μετέπειτα  κι άλλες… 

Κι εκεί ανάμεσα σ’ εκείνες της ψευδεπίγραφα ανέμελης παιδικής της ηλικίας…  Μπλέχτηκε στα δάχτυλα της μια, ψαλιδισμένη στην δεξιά της πλευρά,  φωτογραφία.  Σερπαντίνες και  χάρτινες γιρλάντες που κρέμονταν από την οροφή μιας ταβέρνας, σηματοδοτούσαν την τυπική μικροαστική αποκριάτικη ατμόσφαιρα εκεί στο ξέφτισμα της δεκαετίας του ’50.

Βιάστηκε να την χώσει ανάμεσα στις άλλες φωτογραφίες, εκείνο το κόψιμο στη μια πλευρά, απώθησε την περιέργεια της να την κοιτάξει καλύτερα και συνέχισε το ταξίδι της στο τότε με τις άλλες, όλες τους μαυρόασπρες, όλες τους ξεθωριασμένες από τον  χρόνο. 

Κουρασμένη, πια, από την συναισθηματική αναδρομή και τους συνειρμούς που την συνόδευαν, έκλεισε το σιδερένιο κουτί με την ξεθωριασμένη ετικέτα Μπισκότα Παπαδοπούλου και το παράχωσε στο προστατευτικό σκοτάδι της δερμάτινης κασέλας-  θεματοφύλακα των ιερών και ανόσιων μυστικών της οικογένειας.

 Έκανε να σηκωθεί και τότε η ψαλιδισμένη φωτογραφία ηθελημένα ή αθέλητα βρέθηκε πεσμένη στο χαλί.

Πρέπει να με δεις! λες και  απαιτούσε. 

Δεν αντιστάθηκε  στην απαίτηση, υπέκυψε και τη σήκωσε από κάτω, είδε μια εκδοχή από τις πολλές του δεκάχρονου εαυτού της, να κάθεται στα γόνατα της μάνας της φορώντας κίτρινο κοτιγιόν με τουρκουάζ φτερό στο πλάι.  Γελούσε ευτυχισμένη σε κάποιον απέναντι της που μόνο το παχουλό αφράτο χέρι του είχε γλυτώσει από το -εκδικητικό λες-  κόψιμο του ψαλιδιού.

Κι ένιωσε την ανάγκη να το χαϊδέψει εκείνο το χέρι. Ήταν ως  να ένωνε κομμάτια ενός δύσκολου παζλ για να φτιάξει εντέλει από μνήμης το σώμα και το πρόσωπο εκείνου του ακρωτηριασμένου άντρα. 

Και σιγά-σιγά το παζλ άρχισε να ολοκληρώνεται σε μια άλλη ασπρόμαυρη φωτογραφία…

Αυτή απεικόνιζε μια παραλία, κάποιο σούρουπο, κι εκείνη να είναι κουρνιασμένη στην αγκαλιά ενός άντρα  που την κρατούσε τρυφερά στην αγκαλιά του με τα παχουλά, αφράτα χέρια του, όπως ένας πατέρας αγκαλιάζει τη μοναχοκόρη του. 

Μόνο που αυτός δεν ήταν ο πατέρας της-τα δικά της αχνά γράμματα με μολύβι είχαν στο πίσω μέρος της φωτογραφίας γράψει το όνομα του Θείος Σάκης,  υπογραμμίζοντας μια υποτιθέμενη υπόσταση της σχέσης τους. Εντέλει κι αυτή  ψευδής.  

Δεν ήταν, ασφαλώς, η κόρη του, δεν ήταν ανιψιά του.

Ήταν η κόρη της Λεώνης που είχε μείνει χήρα στα είκοσι τρία της.  Μ’ ένα μωρό στην κοιλιά κι ένα μέλλον αδιευκρίνιστο ακόμη…                              

Χήρα με παιδί… Ήταν… Και έμεινε.

Κι ο θείος Σάκης ακρωτηριασμένος σε μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία, ήρθε κι έφυγε, αφήνοντας -ένα  λειψό κι αυτό- αφράτο παχουλό χέρι.                            

Τα ψαλίδια ανοίγουν δρόμους στη λήθη. 

Η λήθη πάντα θα αντιπαλεύεται τη μνήμη.

 https://diastixo.gr/logotexnikakeimena/pezografia/17476-theios-sakis


 

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου