Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

Το σύνδρομο του πολέμου




Πόλεμος παντού, στα γήπεδα, στους δρόμους, στις ενοχλητικές χώρες. Ο Άρης, ο θεός του πολέμου της αρχαιότητας, θα πρέπει να τρίβει ευχαριστημένος τα χέρια του. Οι οπαδοί του έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, και ο φανατισμός τους έχει φτάσει στα ύψη. Οι απανταχού ειρηνιστές έχουν καταντήσει αποδιοπομπαίοι τράγοι, διώκονται, χλευάζονται και αποχαιρετούν αυτόν τον μάταιο κόσμο συνήθως κάτω από τις ερπύστριες φονικών τανκς, όπως εκείνη η νεαρή Αμερικανίδα ακτιβίστρια που έχασε παλιότερα την ζωή της, για να υπερασπιστεί το δικαίωμα των Παλαιστινίων για μια δικιά τους πατρίδα, όπου θα μπορούν να ζουν ελεύθεροι, να αποφασίζουν εκείνοι για τις τύχες τους και να έχουν εντέλει έναν αξιοπρεπή θάνατο. Η θυσία της μας θύμισε εκείνους τους άλλους νέους που με το κορμί τους μόνο όπλο προσπάθησαν τότε να σταματήσουν τ’ άρματα μάχης, στην πλατεία Τιεν Αν Μεν του Πεκίνου, τα δικά μας παιδιά εδώ στο Πολυτεχνείο, τον εκπληκτικό Μάη του 68 στο Παρίσι.

Όλα αυτά ίσως σήμερα να φαντάζουν αδιάφορα και παρωχημένα, οι ενδυματολογικές προτάσεις της εποχής, δεν περιλαμβάνουν κλαδιά ελιάς και λευκά περιστέρια, οι επιταγές της μόδας έχουν ξαναγυρίσει στο στυλ μιλιταίρ, τα συνοδευτικά αξεσουάρ πολλά και εντυπωσιακά, βόμβες απεμπλουτισμένου ουρανίου, έξυπνες βόμβες, έξυπνα όπλα, μα και στα αρώματα δεν υστερούνε, τα χημικά αέρια έρχονται πρώτα στις προτιμήσεις, οι ειδικοί επιμένουν πως θα φορεθούν πολύ εφέτος, και ο μαιτρ των μαιτρ της παγκόσμιας μόδας πολέμου, διαβεβαιώνει ακόμη και τους πιο δύσπιστους και αναποφάσιστους πως τα δικά του συνολάκια είναι αυτά που θα φορεθούν περισσότερο. Ισχυρίζεται πως το στυλ Gothic είναι αυτό που θα υπερισχύσει όλων των άλλων στυλ και χρωμάτων, γιατί το μαύρο των καμένων κτιρίων, το γκρι του γεμάτου καπνούς ουρανού, το καφέ των απανθρακωμένων πτωμάτων και το κόκκινο του αίματος που ρέει άφθονο είναι αυτά που ταιριάζουν στη φετινή Συριακή-Παλαιστινιακή επίδειξη μόδας του.
 
Γεμάτος έγνοια ο μαιτρ-πλανητάρχης δεν αφήνει απέξω από τις ενδυματολογικές προτάσεις του τα παιδικά ρούχα, λανσάρει μια μόδα που απαιτεί αποστεωμένα σώματα, και προτείνει κουκούλες για να μην φαίνονται τα παραμορφωτικά εξογκώματα που έχουν προκαλέσει τα πολύτιμα αξεσουάρ του. Τα τεράστια μάτια των αθώων παιδιών εκφράζουν με τον πιο απόλυτο τρόπο τον τρόμο τους, για τις ενδυματολογικές προτάσεις του μαιτρ-πλανητάρχη.

Γι’ αυτό ο πόλεμος των γηπέδων, παρόλο που αναλογικά δεν υστερεί σε ένταση μ’ εκείνον της Συρίας, κρίνεται ως απλό πλημμέλημα και οι δράστες αφήνονται την επαύριον ελεύθεροι. Τα κακουργήματα άλλους αφορούν, και οι ποινές που θα επιβληθούν δεν θα αναγνωρίσουν κανένα ελαφρυντικό στους ενόχους.

Δευτέρα 7 Μαΐου 2018

Ο ενοχλητικός Καρυοθραύστης…


                     
Από τον  καιρό που το metro μπήκε στη ζωή μας οι μετακινήσεις μας έγιναν πιο γρήγορες, πιο εύκολες και η χρήση των ταξί από το επιβατικό κοινό μειώθηκε σημαντικά.  Είμαι ανάμεσα σ’ αυτούς που χρησιμοποιούν συχνά το metro χωρίς, ωστόσο, να έχω αποκλείσει εντελώς από τη ζωή μου τα ταξί.  Οφείλω, ωστόσο, να ομολογήσω πως δεν υπήρξε ποτέ από τα αγαπημένα μου μέσα μεταφοράς.  Η ανάγκη συνύπαρξης με κάποιον άγνωστο σε χώρο περιορισμένο μου δημιουργούσε πάντα την αίσθηση πως θα έπρεπε να κρατώ κάποιους συγκεκριμένους κανόνες καλής συμπεριφοράς στους οποίους συχνά οι οδηγοί των ταξί δεν φαίνονται διατεθειμένοι να ανταποκριθούν.
   Η ζωή, ωστόσο, είναι γεμάτη εκπλήξεις από εκεί που δεν τις περιμένεις.  Δεν πάνε πολλές μέρες που σταμάτησα ένα ταξί ζητώντας από τον οδηγό του να με μεταφέρει κάπου στο κέντρο της πόλης.  Ήταν ένα παλιό, κακοπαθημένο αυτοκίνητο, που σίγουρα είχε γνωρίσει καλύτερες μέρες στο παρελθόν, από αυτά που οι ιδιοκτήτες τους προγραμματίζουν ήδη την απόσυρση τους.  Ο οδηγός του ένας, εκ πρώτης όψεως,  συμπαθητικός νεαρός άντρας.
   Μόλις βρέθηκα καθισμένη στα άβολα καθίσματα του αυτοκινήτου, ένιωσα κάτι περίεργο να συμβαίνει γύρω μου.  Ξαφνικά ο θόρυβος και το άγχος των μπλοκαρισμένων δρόμων εξαφανίστηκε.  Την θέση τους είχε πάρει μια τρυφερή αίσθηση γαλήνης που τη δημιουργούσαν οι ήχοι… από τις Σπουδές του Σοπέν.
   Για φαντάσου, ο νεαρός οδηγός του ταξί ακούει Γ’ Πρόγραμμα-σκέφτηκα και ομολογώ πως έμεινα κατάπληκτη.  Μα δε βιάστηκα να βγάλω οριστικά συμπεράσματα.  Το πιθανότερο εντελώς τυχαία η βελόνα του ραδιοφώνου να είχε σταθεί στη συχνότητα του Τρίτου.  Και γιατί άλλωστε να μην ήταν κάπως έτσι-μια τυχαία επιλογή, όπου σε λίγο θα έδινε τη θέση της σε κάποιον άλλο σταθμό, ιδιωτικό αυτή τη φορά που θα μετέδιδε ανακυκλωμένες ειδήσεις ανά μισή ώρα, τραγούδια μιας φτηνής επικαιρότητας και σχολιασμούς που μένουν στην επιφάνεια των γεγονότων, αν δεν ισοπεδώνουν το όποιο απόθεμα πολιτικής σκέψης μπορεί να διαθέτει κάποιος στη σημερινή εποχή μας. 
   Παρέμεινα στη μαγεία του Σοπέν για λίγα ακόμη λεπτά ώσπου μια κίνηση των χεριών του οδηγού έφερε στην καμπίνα του αυτοκινήτου αυτό ακριβώς που φοβόμουνα-το άγχος της πόλης και τη χυδαιότητα της.  Ο Σοπέν αντικαταστάθηκε από τη φωνή κάποιου δημοσιογράφου και οι ήχοι του πιάνου από την περιγραφή του κυκλοφοριακού χάους της πρωτεύουσας.  Η γαλήνη σχιζόταν σε μικρά κομματάκια.  Αλλά τα χέρια του οδηγού κρατούσαν ένα CD (άρα δεν άκουγε το Τρίτο) σκέφτηκα, μα τώρα η μουσική από τον Καρυοθραύστη του Τσαϊκόφσκι ένωνε γλυκά ότι πριν δευτερόλεπτα είχε τεμαχιστεί.
   Ήταν κάτι απίστευτο αυτό που συνέβαινε.  Έκπληκτη για μια ακόμα φορά, έσπευσα ενθουσιασμένη να εκφράσω τον θαυμασμό μου.  «Συγχαρητήρια για τη μουσική που ακούτε!» είπα στον οδηγό καθώς τον πλήρωνα-είχα φτάσει πια στον προορισμό μου.
   Γύρισε και με κοίταξε δειλά μ’ ένα βλέμμα που δεν μπορούσε να κρύψει μια κάποια ενοχή.  «Σας άρεσε…  Ξέρετε φοβόμουν μήπως είχατε δυσαρεστηθεί… Δεν θα με πιστέψετε αλλά οι περισσότεροι πελάτες μου θυμώνουν με τη μουσική που ακούω…»
    Η μπόχα του δρόμου γέμισε τα ρουθούνια μου.  Την ακοή μου σμπαράλιασαν τα φρεναρίσματα…  Ο Καρυοθραύστης είχε γίνει πια παρελθόν.
 Παρόν- μήπως και μέλλον;-οι άνθρωποι που τους ενοχλούν οι ήχοι του Σοπέν και του Τσαϊκόφσκι…

Πόσοι κούκοι φέρνουν την άνοιξη;



Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη, λέει ο λαός, κι εγώ αναρωτιέμαι πόσοι κούκοι τελικά φέρνουν την άνοιξη, σε μια γη που αργοπεθαίνει, σε έναν κόσμο που είναι ανίκανος να δει την καταστροφή που ο ίδιος προξενεί στο περιβάλλον του, στα κράτη εκείνα που αρνούνται πεισματικά να υπογράψουν τα ψηφίσματα προστασίας του περιβάλλοντος χωρίς ίχνος έγνοιας για τις ολέθριες συνέπειες τέτοιων πρακτικών.
Στο πολύ κοντινό μας μέλλον δεν θα αναρωτιόμαστε πια για τον αριθμό των κούκων που μπορούν να φέρουν την άνοιξη, γιατί άνοιξη πια δεν θα υπάρχει ούτε και φθινόπωρο, οι παγωνιές του χειμώνα θα διαδέχονται τους καύσωνες του καλοκαιριού, σε μια βασανιστική εναλλαγή που δεν θα μπορεί πια να προσφέρει τη χαρά της αναγέννησης της φύσης, τη συνέχεια του κύκλου της ζωής.
Αυτά τα άκρως μελαγχολικά σκεφτόμουν καθώς έμπαινα όλο και πιο βαθιά στο δάσος σε μια από τις κορφές του Πηλίου. Ευλογημένος τόπος, ευλογημένο βουνό, ευλογημένη φύση. Εκεί ακόμη κελαηδούν τα πουλιά, κελαρύζουν τα νερά και η φύση γιορτάζει αέναα μέσα σε ένα όργιο εναλλαγής χρωμάτων που όμοια τους κανείς ανθρώπινος νους δεν μπόρεσε ποτέ να αντιγράψει.
Και τότε τον άκουσα, μια μοναχική ελπιδοφόρα φωνή μέσα στο δάσος, εκείνον τον κούκο που δεν μπορεί μόνος του να φέρει την άνοιξη. Και έμεινα ακίνητη για να μην τον τρομάξω, για να συνεχίσει να καλωσορίζει έστω και μόνος του κάτι που ίσως και να μην υπάρχει αύριο. Εκεί σ’ αυτό το δάσος η δύναμη της φύσης βγήκε νικήτρια στη μάχη της μ’ εκείνους που την επιβουλεύονται, μ’ εκείνους που την πληγώνουν καθημερινά με μπούσουλα μια κακώς εννοούμενη ανάπτυξη. Οι ανεξέλεγκτες οικοπεδοποιήσεις, τα παραδομένα από ανθρώπινοι χέρι στη φωτιά δάση, τα απόβλητα των πάσης φύσεως εργοστασίων, οι τσιμινιέρες που ξερνούν το θάνατο, οι μολυσμένες τροφές και ένα σωρό άλλα ακόμη που μας κλέβουν την πραγματική ομορφιά της φύσης, της ζωής.
Στη φύση ακόμη και τα αγρίμια αντιδρούν φιλικά στους ανθρώπους κι εκείνοι χαίρονται το συναπάντημα μαζί τους. Οι άνθρωποι της πόλης, εθισμένοι στα καυσαέρια, στους εκκωφαντικούς θορύβους, στο μόνιμο άγχος, στο κυνήγι του χρόνου, στους νόμους της υπερκατανάλωσης, έχουμε ξεχάσει από καιρό πως αλλού είναι η πραγματική ζωή. Ένας περίπατος ακόμη και στην πιο κοντινή εξοχή είναι αρκετός για να μας το θυμίσει. Και ίσως να μας πείσει πως μπορεί να μην είναι ακόμη αργά να σώσουμε το περιβάλλον μας και γιατί όχι και τις ζωές μας.
Γι’ αυτό ας μην αναρωτιόμαστε αν ένας κούκος ή περισσότεροι μπορούν να φέρουν την άνοιξη. Και μόνο που υπάρχουν ακόμη ίσως να είναι ένα μήνυμα ελπίδας για όλους μας.

Δευτέρα 23 Απριλίου 2018

Περπατώ και σκοντάφτω στα πεζοδρόμια της Αθήνας


                     Περπατώ και σκοντάφτω
                   στα πεζοδρόμια της Αθήνας




Το ότι η διάβαση των πεζοδρομίων, κυρίως στο κέντρο της πόλης, έχει καταντήσει καθημερινός Γολγοθάς για όλους μας, ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει.  Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν να διηγηθούν ιστορίες με σπασίματα χεριών, ποδιών και πάει λέγοντας.  Ακόμη και στις λεγόμενες αριστοκρατικές συνοικίες η κατάσταση δεν είναι καλύτερη, οι σπασμένες πλάκες είναι περισσότερες από τις γερές και ο πεζός θα πρέπει να περπατάει με σκυφτό πάντα το κεφάλι μπας και με αυτόν τον τρόπο σταθεί τυχερός και αποφύγει τα επείγοντας κάποιου νοσοκομείου.  Αλλά και στους δυο βασικούς οδικούς άξονες δηλαδή την Σταδίου και την Πανεπιστημίου με την περίφημη κόκκινη πλακόστρωση, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα, αφού οι περισσότερες πλάκες έχουν χαλαρώσει και πηγαίνουν πέρα δώθε όσο ελαφρά και να τις πατήσει κανείς, και να μην αναφέρουμε βέβαια κι αυτές που έχουν σπάσει και το άθλιο θέαμα που παρουσιάζουν.
Αλλά και οι δρόμοι μας δεν πάνε πίσω, γεμάτοι μπαλώματα από τσόντες ασφάλτου ή και κρυφές λακκούβες, είναι μεγάλη δοκιμασία για πεζούς και οδηγούς.  Επειδή πιστεύουμε πως οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια είναι βασικό μέρος της εικόνας μιας μεγαλούπολης, θεωρούμε πως η άμεση επισκευή τους θα πρέπει να μπει στις προτεραιότητες εκείνων που είναι υπεύθυνοι για την σωστή και πολιτισμένη εικόνα που θα πρέπει να παρουσιάζει η πόλη μας, όχι μόνον σε μας τους δύσμοιρους κατοίκους της αλλά και στους ξένους επισκέπτες μας.
Και σαν να μην έφτανε αυτή η άθλια εικόνα πεζοδρομίων και δρόμων έχουμε και τους σύγχρονους νεοέλληνες να παρκάρουν με την άνεση τους πάνω στ’ ανύπαρκτα πλέον για τους πεζούς πεζοδρόμια τα αυτοκίνητα τους, και μάλιστα κεντρικές αρτηρίες να έχουν μετατραπεί σε ελεύθερο parking, ώστε οι πεζοί να κινδυνεύουν συνέχεια από τα διερχόμενα αυτοκίνητα αφού εξαναγκάζονται να κατεβαίνουν κάθε λίγο και λιγάκι στο δρόμο για να συνεχίσουν την πορεία τους σε πολυσύχναστες λεωφόρους με τα αυτοκίνητα να τους απειλούν κάθε στιγμή και με το αγωνιώδες ερώτημα, αν θα προλάβουν να ανεβούν ξανά στο πεζοδρόμιο ή θα τους προλάβει στην προσπάθεια κάποιο αυτοκίνητο.
Η κυκλοφοριακή αγωγή θα πρέπει να ξεκινάει στα σχολεία ως κύριο μάθημα, και μάλιστα από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, μόνο με αυτόν τον τρόπο θα φτιάξουμε αυριανούς συνειδητοποιημένους πολίτες που θα σέβονται εαυτούς και αλλήλους και βέβαια την πόλη στην οποία ζουν και κυκλοφορούν.  Θέλουμε να καμαρώνουμε και όχι να ντρεπόμαστε γι’ αυτήν την πόλη.   Να περπατάμε στα πεζοδρόμια με το κεφάλι ψηλά και όχι σκυφτοί σαν σκλάβοι της αρχαιότητας ή σαν πένητες που ψάχνουν για κάποια παραπεταμένη δεκάρα.  
Θέλουμε να είμαστε όχι μόνο στα χαρτιά αλλά και στην ουσία ευρωπαίοι πολίτες που δεν θα έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε από τους ευρωπαίους εταίρους μας.                 
       

Κάποιος, κάποτε θα πρέπει να τους μιλήσει…

Κάποιος, κάποτε θα πρέπει να τους μιλήσει…


Αναρωτιέμαι αν το φαινόμενο των graffiti είναι τελικά καλλιτεχνική έκφραση ή σύμπτωμα μιας παρακμιακής κοινωνίας. Δύσκολο να καταλήξει κανείς σε ασφαλές συμπέρασμα, γιατί υπάρχουν όντως graffiti που μπορούν να θεωρηθούν καλλιτεχνικές εκφράσεις αφού δίνουν χρώμα σε γκρίζους τοίχους και μισογκρεμισμένες μάντρες, εκεί το σπρέι δεν μουτζουρώνει, δεν ασχημονεί με κακόγουστα συνθήματα ή τετριμμένα τσιτάτα, αντίθετα ομορφαίνει την ούτως ή άλλως άσχημη στο μεγαλύτερο μέρος της πόλη μας.
Σ’ αυτά τα graffiti πιστεύω πως κανείς μας δεν θα έχει αντίρρηση. Όμως υπάρχουν και κάποια άλλα, θα προτιμούσα να μην ονομάσω graffiti τις διάφορες ανοησίες που ασχημίζουν τους τοίχους ακόμη και φρεσκοβαμμένων νεοκλασικών. Τα κοινότυπα άνευ ουσιαστικού περιεχομένου συνθήματα τους, τις περισσότερες φορές μάλλον δυσνόητα ακόμη και για τους κατέχοντες, μου θυμίζουν τα σκυλιά που θέλοντας να οριοθετήσουν την περιοχή τους, φροντίζουν από στύλο σε στύλο να αφήσουν τα μυρωδάτα ίχνη τους για να προειδοποιήσουν κάθε πιθανό εισβολέα, πως είναι εκείνοι κύριοι και αφέντες του χώρου δράσης τους.
Κάποιος, κάποτε θα πρέπει να τους μιλήσει, να τους πει πως ουδόλως μας ενδιαφέρουν οι αερολογίες τους, πως τα μάτια μας κουράστηκαν από την ασκήμια, πως προτιμάμε το ωραίο από το άσχημο που εκείνοι μας επιβάλουν. Πως η καταστροφική διάθεση τους δεν συνάδει ούτε με το νεαρό της ηλικίας τους και πως η ξένη ιδιοκτησία παραμένει ξένη και λαβωμένη και μετά την επέλαση τους.
Όμως δεν θα είχε ίσως λόγο ύπαρξης το σημερινό σημείωμα μου, αν…αν τα πράγματα δεν είχαν ξεφύγει πια σε σημείο επικίνδυνο για την ασφάλεια ή την ενημέρωση μας. Και για να γίνω περισσότερο σαφής. Αφού λέρωσαν όσους τοίχους νεοκλασικών είχαν μείνει ανέγγιχτοι από την μανία τους, έβαλαν τώρα χέρι και στις πινακίδες των δρόμων, με απίστευτη βαρβαρότητα και προκλητικότητα οι πάσης φύσεως ανεγκέφαλοι, γιατί περί αυτών πρόκειται, καταστρέφοντας και μουτζουρώνοντας τις πινακίδες στις εθνικές οδούς, με αποτέλεσμα πολλές φορές να μην μπορούμε να βρούμε εύκολα τον προσανατολισμό μας, να προσπαθούμε να μαντέψουμε τα όρια ταχύτητας σε κρίσιμες για την ασφάλεια μας στιγμές, τις απαγορευτικές ή μη σημάνσεις, τα ονόματα των δρόμων.
Μπορώ να τους φανταστώ να γελάνε ανεξέλεγκτα, αφού κατάφεραν να δυσκολέψουν και να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή των ακήρυχτων εχθρών τους, ανάμεσα σ’ αυτούς γονείς, συγγενείς και φίλοι τους. Επειδή, ωστόσο, η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο, μήπως θα ήταν σκόπιμο να ξεκινήσει ενημέρωση από την νηπιακή ακόμη ηλικία. Μήπως μέσα από ρεαλιστικά παραδείγματα συνειδητοποιήσουν το επικίνδυνο τέτοιων πράξεων.
Ξέρουμε όλοι, πως οποιαδήποτε φθορά στις πινακίδες σήμανσης, διώκεται ως ποινικό αδίκημα, αλλά ξέρουμε επίσης πως οι παραβάτες των νόμων σπανίως διώκονται στην χώρα μας, γι’ αυτό και η τόση ασυδοσία. Μπορούμε ίσως να ελπίσουμε πως η επιβολή αυστηρότατων ποινών σε κάθε επιβουλέα δημόσιας περιουσίας θα σηματοδοτήσει καλύτερες μέρες για όλους μας.